Τη δημιουργία ενός προγράμματος ενεργειακής αναβάθμισης, που θα αφορά τα ξενοδοχεία της ηπειρωτικής Ελλάδας, επεξεργάζεται το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας στο πλαίσιο στήριξης των καταλυμάτων ορεινού όγκου, τα οποία επλήγησαν σφοδρά από την υγειονομική κρίση, καταγράφοντας μείωση τζίρου σε ποσοστό 79% για το 2020.
Στην ίδια κατεύθυνση, το υπουργείο Τουρισμού έχει δρομολογήσει, με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, ειδικά προγράμματα για την ενίσχυση του ορεινού τουρισμού, ενώ ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού (ΕΟΤ) θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην προβολή των προορισμών που βρίσκονται στην ηπειρωτική χώρα και δη των αμιγώς χειμερινών προορισμών.
Πρόγραμμα αναβάθμισης
Σύμφωνα με πληροφορίες, μέσα στους επόμενους μήνες αναμένεται να προκηρυχθεί από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ένα πρόγραμμα ενεργειακής αναβάθμισης, το οποίο θα επικεντρώνεται στα ξενοδοχεία που βρίσκονται στην ηπειρωτική χώρα και ενδεχομένως να περιοριστεί σε εκείνα του ορεινού όγκου, δηλαδή σε όσα βρίσκονται σε υψόμετρο άνω των 600 μέτρων και αριθμούν 675 σε όλη την επικράτεια.
Το υπουργείο Τουρισμού, από την πλευρά του, εκτός από τα ειδικά προγράμματα που θα χρηματοδοτηθούν με στόχο την ενίσχυση των ειδικών μορφών τουρισμού μέσω πιστοποίησης μονοπατιών και αναρριχητικών πεδίων, θα διοργανώσει επιμορφωτικά σεμινάρια για τον ορεινό όγκο σε συνεργασία με τις ενώσεις ξενοδόχων, έτσι ώστε περίπου 20.000 άνεργοι και εποχικά εργαζόμενοι στον τουρισμό να επιμορφωθούν με επιδοτούμενα προγράμματα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Μάλιστα, ο ΕΟΤ, στο πλαίσιο του τριετούς στρατηγικού πλάνου προβολής της χώρας που υλοποιεί, θα εστιάσει τόσο στην ανάδειξη των προορισμών της ηπειρωτικής Ελλάδας, όσο και στην προώθηση της χώρας ως ενιαίου προορισμού που μπορεί να υποδεχθεί τουρίστες καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Τι ζητούν οι ξενοδόχοι
Την ίδια στιγμή, με στόχο τη στήριξη των επιχειρήσεών τους, οι ξενοδόχοι ζητούν τη δημιουργία ενός προγράμματος Κοινωνικού Τουρισμού από τον ΟΑΕΔ στοχευμένου για τα καταλύματα ορεινού όγκου και την επέκταση του προγράμματος «Τουρισμός για όλους» του υπουργείου Τουρισμού, έτσι ώστε να γίνεται η αξιοποίηση των κουπονιών και κατά τη χειμερινή περίοδο. Προτάσσουν, δε, τη θεσμοθέτηση διήμερων και τριήμερων εκπαιδευτικών εκδρομών, στόχος των οποίων θα είναι η βιωματική εκπαίδευση των μαθητών και των σπουδαστών μέσα από την επαφή τους με τις ειδικές μορφές τουρισμού, ενώ θέτουν στο τραπέζι την αξιοποίηση των χιονοδρομικών κέντρων όχι μόνο κατά τη χειμερινή περίοδο, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου με την ανάδειξή τους σε κέντρα ορεινής ψυχαγωγίας κατά τα πρότυπα των κεντροευρωπαϊκών.
Οι επιπτώσεις της πανδημίας
Ενδεικτικό της ζημιάς που έχουν υποστεί τα ξενοδοχεία που βρίσκονται σε υψόμετρο άνω των 600 μέτρων είναι το γεγονός ότι το 2020 κατέγραψαν μείωση τζίρου κατά 79%. Συγκεκριμένα, ο τζίρος τους από 57,8 εκατ. ευρώ το 2019 διαμορφώθηκε το 2020 σε μόλις 15,99 εκατ. ευρώ, καθώς, μετά το πρώτο lockdown στις αρχές του 2020, μόνο το 42% των ξενοδοχείων ορεινού όγκου επαναλειτούργησε, όταν το ίδιο ποσοστό για το συνολικό δυναμικό της χώρας ανήλθε στο 60% και στο 59% το ποσοστό για τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας. Μάλιστα, παρόλο που η πλειονότητα των ορεινών ξενοδοχείων είναι συνεχούς λειτουργίας, η πληρότητα που κατέγραψαν αυτά τα ξενοδοχεία κατά το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου του 2020 ήταν κατά πολύ χαμηλότερη της αντίστοιχης των συνεχούς λειτουργίας. Τον Αύγουστο, μήνα αιχμής της τουριστικής κίνησης, τα ξενοδοχεία ορεινού όγκου κατέγραψαν πληρότητα 30%, όταν τα ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας κατέγραφαν πληρότητα 55,2% και τα συνεχούς λειτουργίας 43,2%. Σε αντίστοιχα επίπεδα διαμορφώθηκε και η μέση τιμή διάθεσης δίκλινου δωματίου το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου, καθώς ήταν κατά πολύ χαμηλότερη της αντίστοιχης των ξενοδοχείων συνεχούς λειτουργίας. Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο, η μέση τιμή διάθεση δωματίου ανήλθε στα 63,6 ευρώ, όταν η αντίστοιχη τιμή για τα εποχικής λειτουργίας ξενοδοχεία ήταν σχεδόν διπλάσια, ξεπερνώντας τα 120 ευρώ. Με βάση τα οικονομικά μέτρα στήριξης που λήφθηκαν μέχρι το τέλος του 2020, τα ορεινά ξενοδοχεία πέτυχαν την κάλυψη του 24% των χρηματοδοτικών τους αναγκών, έναντι 33% του μέσου όρου.
Το προφίλ
Περίπου το 7% των ελληνικών ξενοδοχείων βρίσκεται σε περιοχές με υψόμετρο μεγαλύτερο των 600 μέτρων. Από αυτά το 24,9% βρίσκεται στην Ήπειρο, ενώ το 45% των μονάδων συγκεντρώνεται σε δυτική Μακεδονία, Θεσσαλία και Πελοπόννησο. Περίπου το 45% των ορεινών ξενοδοχείων ανήκει στην κατηγορία των 3 αστέρων και το 55% των ορεινών ξενοδοχείων ανήκει στις τρεις ανώτερες κατηγορίες, τη στιγμή που για το σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού το αντίστοιχο ποσοστό είναι 51%.
Την ίδια στιγμή, περίπου το 78% των συγκεκριμένων ξενοδοχείων είναι μικρά οικογενειακά ξενοδοχεία, με δυναμικότητα μέχρι 20 δωμάτια, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο όρο της χώρας.
Η συντριπτική πλειονότητά τους, δε, το 94%, λειτουργεί καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, σε αντίθεση με τον μέσο όρο της χώρας, που μόνο το 39% των ξενοδοχείων είναι συνεχούς λειτουργίας. Κατά τη δεκαετία 2010-2020 η Ήπειρος κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση ξενοδοχειακού δυναμικού, σε ποσοστό 21%, που είναι 7 φορές μεγαλύτερη από τον μέσο όρο της χώρας.
Αντίθετα, στη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα παρατηρήθηκαν οι μεγαλύτερες μειώσεις, σε ποσοστά 7,5% και 7% αντίστοιχα. Εκτός από την αύξηση του ξενοδοχειακού δυναμικού που παρατηρήθηκε στην Ηπειρο τη δεκαετία 2010-2020, σημαντική ήταν και η αναβάθμισή του. Ως εκ τούτου, αυξήθηκαν σημαντικά τα ξενοδοχεία των 3 ανώτερων κατηγοριών, ενώ αντίθετα μειώθηκαν τα ξενοδοχεία των χαμηλότερων κατηγοριών. Η αύξηση στα ξενοδοχεία 5 αστέρων ήταν 150%.