Γράφει ο Νίκος Ιωαννίδης
Η φυσική κατάσταση τού Ανθρώπου παράγει το Παιχνίδι, που είναι αναπόσπαστο στοιχείο τών Κοινοτήτων από την αρχή τού Κόσμου.
Από την έλευση τού βρέφους στη ζωή το Παιχνίδι είναι το πρωταρχικό μέσο διδαχής του, μέσα από το Παιχνίδι μαθαίνει να μιλάει και να σκέφτεται, να περπατάει, να τρέχει, να πηδάει, να σκαρφαλώνει, να αναπτύσσει συντροφικότητα, να εμπεδώνει τη σημασία τών κανόνων κλπ, να καλλιεργεί δηλαδή τις πνευματικές, σωματικές και κοινωνικές ικανότητες που τού είναι απαραίτητες για να ζήσει. Μέσα από το Παιχνίδι τέλος, είναι που έκανε ο άνθρωπος κάποιες από τίς σπουδαιότερες ανακαλύψεις του.
Επί πολλές χιλιάδες χρόνια και μέχρι τον 20ο αιώνα, το παιδί έπρεπε να γίνει άντρας καλός στο κυνήγι και τον πόλεμο, να γίνει ένας σημερινός πολυαθλητής, να τρέχει γρήγορα (φορώντας πανοπλία μάλιστα), να μπορεί να περπατήσει δεκάδες χιλιόμετρα, να έχει αυξημένη αλτικότητα, να είναι δυνατός στα βάρη, να είναι καλός στην πάλη και τη χρήση όλων τών όπλων, να είναι άριστος ιππέας, μέχρι και κολυμβητής. Το αυθόρμητο Παιχνίδι δεν αρκούσε για τη μεθοδική καλλιέργεια όλων αυτών τών δεξιοτήτων, έπρεπε να οργανωθεί με κανόνες και ειδικούς παιδαγωγούς που αναλάμβαναν την πολεμική εξάσκηση τών παιδιών, μέρος τής οποίας ήταν τα περισσότερα από αυτά που σήμερα αποκαλούμε αθλήματα. Εδώ θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι όταν κάποιος τρέχει ασκείται, όταν τρέχουν περισσότεροι σαν παρέα ασκούνται, όταν όμως συναγωνίζονται ποιός θα βγεί πρώτος παίζουν! Οι αγώνες είναι οργανωμένα παιχνίδια, έπρεπε να ξέρουν οι παιδαγωγοί (και κοντά τους όλοι) ποιός είναι πιο γρήγορος, ποιός έχει τη μεγαλύτερη αντοχή, ποιός έχει τη μεγαλύτερη δύναμη, ποιός παλεύει καλύτερα με γυμνά χέρια ή με όπλα, ποιός τα έχει όλα.
Κατά κανόνα μάλιστα οι επιδόσεις στις δεξιότητες διαμόρφωναν την ιεραρχία (μέχρι και τον 19ο αιώνα οι έννοιες ευγενής και στρατιωτικός ήταν συγκοινωνούντα δοχεία, αν όχι ταυτόσημες), ενώ για να αναμετρηθούν στις δεξιότητες οργανώνονταν παιχνίδια-αγώνες εδώ και τουλάχιστον 5000 χρόνια, τουλάχιστον από την αρχαία Αίγυπτο όπως μάς διαβεβαιώνουν τα ευρήματα.
Η ίδια μάλιστα η (προ-Ομηρική!) λέξη αγών, στην αρχή σήμαινε την «οδήγηση τών ζώων στη βοσκή», στους πολέμους μετατράπηκε σε «οδήγηση τών ζώων-λαφύρων στο στρατόπεδο για τη μοιρασιά» και τέλος σε «τόπο συνάθροισης τών στρατιωτών, όπου αυτοί παραβγαίνουν σε αρματοδρομίες, τρέξιμο, δίσκο, τόξο κλπ για τη μοιρασιά τών λαφύρων (που πλέον δεν ήταν μόνο ζώα)», στο σημερινό γήπεδο. Πέρασαν σχεδόν 2000 χρόνια για να φτάσουμε στον Ηρόδοτο και τον πρώτο ορισμό τής λέξης «αγωνίζομαι», που σημαίνει «παίρνω μέρος στον έλεγχο περί τής υπεροχής σε μία πολεμική δεξιότητα». Ορισμός που ισχύει απολύτως μέχρι σήμερα, αν αφαιρέσουμε το «πολεμική». Ο δε «έλεγχος περί τής υπεροχής» ονομάστηκε αγώνισμα. Ένα τσιγάρο δρόμος από τον Ηρόδοτο!..
Κάθε Παιχνίδι περικλείει την έννοια τής μονομαχίας, ένας εναντίον ενός, δύο εναντίον δύο, ομάδα εναντίον ομάδας, ή ο καθένας εναντίον όλων τών υπολοίπων συμμετεχόντων όπως γίνεται στα ατομικά σπορ, τα περισσότερα μάλιστα είναι ειρηνική αναπαράσταση πολέμου ή στιγμιοτύπων του, από το κρυφτό και το κυνηγητό μέχρι το σκάκι.
Η μονομαχία πάντως απαιτείται για να υπάρξει Παιχνίδι, ακόμη και στα ηλεκτρονικά παιχνίδια μονομαχείς με το πρόγραμμα. Ακόμα και η μάνα όμως, που παίζει με το βρέφος, «μονομαχεί» με το ίδιο της το μωρό ψάχνοντας να βρεί σε ποιά στάση θηλάζει καλύτερα, πού γαργαλιέται, πώς ανακουφίζεται, πώς είναι πιο βολικό να το αλλάζει, «μονομαχεί» με την αγλωσσία του, με τη δυσκολία του να σταθεί στα πόδια του κ.ο.κ. Είναι αξιοσημείωτο μάλιστα ότι ολόκληρη η Ανθρώπινη Ιστορία μπορεί να περιγραφεί ως η μονομαχία τού Ανθρώπου με το εκάστοτε υλικό! Από την πέτρα, την φωτιά, τον χαλκό, κ.ο.κ. μέχρι τη διάσπαση τού ατόμου, την αποκωδικοποίηση τού DNA και τίς θεωρίες κοσμογονίας, ή το υψηλότερο έργο Τέχνης. Υπό την ευρύτερη έννοια, μονομαχίες-παιχνίδια είναι όλα αυτά ή από μονομαχίες-παιχνίδια προέκυψαν…
Ενώ λοιπόν στην αρχή η άσκηση τών νέων στις πολεμικές δεξιότητες γινόταν από τούς παιδαγωγούς, στη συνέχεια οι αγώνες-παιχνίδια απέκτησαν και θεατές, πρώτα τούς υπόλοιπους στρατιώτες που δεν μονομαχούσαν για τα λάφυρα, στη συνέχεια και τούς απλούς κατοίκους τών περιοχών όπου διοργανώνονταν. Και η συνάθροιση πλήθους απαιτούσε Τελετές, οι οποίες επίσης συνοδεύουν τον άνθρωπο από τα πρώτα του βήματα και οι οποίες μαζί με το Παιχνίδι υπήρξαν για χιλιάδες χρόνια τα μοναδικά μέσα ψυχαγωγίας τών ανά την Γή Κοινοτήτων. (Με την εξαίρεση τού Θεάτρου στην Αρχαία Ελλάδα που κι αυτό όμως εμπίπτει στην ευρύτερη έννοια τού Παιχνιδιού- πχ παιχνίδια τών Θεών ή τής Μοίρας με τούς ανθρώπους είναι οι τραγωδίες).
Από καταβολής τους λοιπόν η διοργάνωση αγώνων-παιχνιδιών εμπλουτίστηκε με στοιχεία τών κατά τόπους θρησκευτικών Τελετών.
Οι Ολυμπιακοί αγώνες ιδίως, που δεν ήταν ούτε οι πρώτοι ούτε οι μόνοι αγώνες στην Ελλάδα, έχουν αμιγώς θρησκευτική προέλευση! Για χάρη τής οποίας εισήχθη και η έννοια τής Εκεχειρίας. Σταματούσαν όλοι οι πόλεμοι για να διαγωνισθούν οι εκπρόσωποι τών πόλεων στις πολεμικές δεξιότητες πρός τιμήν τού Δία, μαζεύονταν πλήθη, γίνονταν θυσίες, γίνονταν απονομές κλπ.
Εξ αιτίας τών Τελετών κιόλας έσβησαν πριν 1700 χρόνια! Τίς θυσίες απαγόρευσε ο Θεοδόσιος και χάθηκε το ενδιαφέρον για τούς αγώνες!
Τα παιχνίδια βεβαίως συνέχισαν να ζούν τόσο στην αυτοκρατορία, όσο και σε κάθε περιοχή τού κόσμου απομονωμένη ή μη, και τα περισσότερα λίγο μόνο άλλαξαν όλους αυτούς τούς αιώνες και μέχρι πριν 130 χρόνια. Το τρέξιμο παρέμενε τρέξιμο, η πάλη πάλη, η σκοποβολή σκοποβολή, ασχέτως αν κοντά στο τόξο προστέθηκε και το πιστόλι.
Οι περισσότερες νέες προσθήκες έγιναν κυρίως από ομαδικά παιχνίδια που είχαν αναπτυχθεί σε διάφορα σημεία τών αποικιών, με αρχαιότερό τους το ποδόσφαιρο. Υπήρχε μία πρώιμη μορφή ποδοσφαίρου στην αρχαία Ελλάδα, το παιχνίδι χάθηκε, αλλά με βεβαιότητα από το 1000 μ.Χ. διάφορες μορφές του παίζονταν σε πολλά σημεία τής Αγγλίας. Μέχρι που τον 19ο αιώνα αποφάσισαν να θεσπίσουν ενιαίους κανόνες, να φτιάξουν σωματεία, ομοσπονδίες και συνομοσπονδίες, (φτάνοντας στην ίδρυση τής ΦΙΦΑ το 1904 και τη διοργάνωση τού πρώτου Μουντιάλ το 1930) και επί τής ουσίας να φτιάξουν τη διαδικασία που κρατάμε μέχρι σήμερα προκειμένου κάτι να ονομασθεί άθλημα (ομαδικό ή μη) και δη Ολυμπιακό.(Η διελκυστίνδα πχ ενώ είναι πανάρχαιο παιχνίδι και περιλήφθηκε στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς αγώνες, έχανε δημοτικότητα όσο άδειαζε η ύπαιθρος, δεν έφτιαξε αρκετές ομοσπονδίες-συνομοσπονδίες, και εξαφανίστηκε και από τους Ολυμπιακούς και από το προσκήνιο, ας την παίζουν ακόμα σε χιλιάδες χωριά τής γης τα παιδιά ή και οι μεγάλοι. Ούτε 40 χρόνια δεν υπάρχει το μπρέικ ντανς, έφτιαξε ομοσπονδίες-συνομοσπονδίες, έγινε Ολυμπιακό άθλημα…)
Η στιγμή πάντως που κυριολεκτικά μπήκε το σπέρμα γι αυτό που σήμερα ονομάζουμε Αθλητισμό, ήταν το 1896 όταν ο Κουμπερτέν έφτιαξε τούς νέους Ολυμπιακούς “αγώνες”, (jeux Οlympiques – Οlympic games, σημαίνει Ολυμπιακά παιχνίδια), δίνοντάς τους Παγκόσμιο χαρακτήρα, επινοώντας τά αγωνίσματα και τούς κανόνες τους, τα 100 μέτρα, τα 200, τα 400, τα 800,…, τον Μαραθώνιο, τις ρίψεις, τα άλματα κ.ο.κ., εισάγοντας τίς μετρήσεις και τά ρεκόρ, και ανοίγοντάς τους σε όλες τις κοινωνικές τάξεις.
Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι οι αγώνες-παιχνίδια τού 1896 δεν αντιμετωπίστηκαν τότε ως Αθλητικό γεγονός, αλλά ως μείζον Παγκόσμιο Πολιτιστικό και Πολιτικό γεγονός. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι οι περισσότεροι “αθλητές” που συμμετείχαν στους πρώτους Αγώνες ήταν “ευγενείς”, στρατιωτικοί ή… πυροσβέστες. Μέχρι πριν ελάχιστα χρόνια άλλωστε η Γυμναστική ήταν αποκλειστικό προνόμιο τής άρχουσας τάξης, δεν υπήρχε κάν στα σχολεία. Ο πραγματικός πατέρας τής ιδέας αναβίωσης τών Ολυμπιακών αγώνων Φωκιανός, που οργάνωσε τα Ολύμπια 20 ολόκληρα χρόνια πριν την Ολυμπιάδα τού 1896, επέτρεπε να συμμετάσχουν ως αθλητές μόνο φοιτητές τού Πανεπιστημίου δηλαδή παιδιά πλουσίων, οι δε υπόλοιποι πρωτεργάτες τού αθλητισμού στην Ελλάδα χωριζόταν (ως συνήθως) σε οπαδούς τής Γαλλικής, τής Γερμανικής ή τής Σουηδικής σχολής εκγύμνασης, οι οποίες σχολές πάλι προέρχονταν από τίς στρατιωτικές ακαδημίες τών χωρών και τούς “ευγενείς” τους.
Αν έβαλε όμως το σπέρμα ο Κουμπερτέν, το ωάριο για να πάρει σάρκα και οστά ο σύγχρονος Αθλητισμός (και η κολοσσιαία Βιομηχανία που χτίστηκε γύρω από αυτόν, η οποία επηρεάζει κατά κανόνα ανθυγιεινά σχεδόν κάθε πτυχή τής ζωής μας) το έβαλε ο Κινηματογράφος! – και στη συνέχεια η Τηλεόραση και το Ίντερνετ.
(Πριν εξηγήσουμε πώς και γιατί, είναι απαραίτητη αυτή η παρένθεση. Ο βασικός λόγος που τα παιχνίδια εκτός από χρήσιμα, υπήρξαν εξαρχής και δημοφιλή ήταν διότι συχνά, εκτός από την έξαψη, παράγουν θαυμασμό. Και ο θαυμασμός φέρνει για μια στιγμή τον άνθρωπο σε επαφή με κάτι πέρα κι από το ίδιο το αντικείμενο τού θαυμασμού, πχ όταν βλέπουμε ένα απίστευτο γκολ, ή μία απίστευτη ανατροπή στην πάλη, εκτός από το να αποθεώσουμε τον παίκτη, υπάρχει ένα σημείο τού εγκεφάλου μας πού απασχολείται με το ερώτημα «πώς είναι δυνατόν να το έκανε αυτό;». Αυτή η στιγμή παράγει αμέτρητες συνάψεις στο μυαλό μας στην προσπάθειά του να εξηγήσει το ερώτημα, ασχέτως αν το απαντήσουμε ή όχι. Μάς κάνει έστω και λίγο πιο εύστροφους.
Γι αυτό ο θαυμασμός-απορία θεωρείται συνεχώς από τα πανάρχαια χρόνια το κύριο συναίσθημα που έκανε τον άνθρωπο Άνθρωπο, Που τον έκανε να θεολογήσει, να φιλοσοφήσει, να αναπτύξει τέχνες και επιστήμες. Οι οποίες επιστήμες, διαρκώς έκτοτε επιβεβαιώνουν τη σημασία του στην πορεία μας…
Γι αυτό θεωρούνται πολύτιμα τα Αριστουργήματα που άφησε ο Άνθρωπος στο διάβα του, ή ακόμα και τα… ηλιοβασιλέματα, μάς κάνουν και θαυμάζουμε! Όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσες φορές κι αν τα ξαναδούμε. Γι αυτό ακόμη και τα πιο φτηνά θεάματα στοχεύουν με τρυκ να σού προκαλέσουν κάποιον έστω στιγμιαίο θαυμασμό, ο οποίος βέβαια εξαφανίζεται αμέσως μόλις συνειδητοποιήσεις ότι υπάρχει τρυκ.)
Ο Κινηματογράφος λοιπόν εξ αρχής χαρακτηρίσθηκε “θέατρο για τούς φτωχούς”, στη χώρα μάλιστα όπου κατ’ εξοχήν αναπτύχθηκε, ακόμα σήμερα τίς κινηματογραφικές αίθουσες τίς αποκαλούν θέατρα. Τα μόνα “θεάματα” που είχε μέχρι τότε ο λαός τα χρωστούσε σε περιοδεύοντες θιάσους δευτεροκλασσάτων καλλιτεχνών – οι σπουδαίοι δούλευαν για τους άρχοντες- ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις τού τσίρκου, το οποίο μέχρι πολύ πρόσφατα θεωρούνταν “κατώτερο” θέαμα, η χρήση μάλιστα στους Ολυμπιακούς αγώνες γυμναστικής, τεχνικών τών αθλητών τού τσίρκου, ήταν λόγος μηδενισμού!
Τώρα όμως, μέσω τού σινεμά και τού φτηνού εισητηρίου, μπορούσαν να δουν ακριβώς την ίδια “παράσταση”, με τούς ίδιους ηθοποιούς, ταυτόχρονα στη Νέα Υόρκη, στο Βερολίνο, στο Νέο Δελχί κ.ο.κ., άνθρωποι όλων τών τάξεων και όλων τών λαών, κάτι μέχρι τότε απολύτως αδιανόητο!
Μέσω τού κινηματογράφου ο καθένας μπορούσε να δει τον πίνακα τού διάσημου ζωγράφου κι ας βρίσκονταν ο πίνακας σε παλάτι. Να δει και να ακούσει τον διάσημο τενόρο και μάλιστα σε “τέλεια” στιγμή και ερμηνεία.
Για πρώτη φορά στην Ιστορία όλοι οι λαοί τής γής απέκτησαν πρόσβαση σε θεάματα που μέχρι τότε ήταν αποκλειστικό προνόμιο ελάχιστων αρχόντων σε 7-8 χώρες.
Για πρώτη φορά εμφανίστηκαν πρόσκαιρα και αναλώσιμα παγκόσμια “είδωλα”, οι διάτοντες ή μη αστέρες τού σινεμά, τού τραγουδιού, τού χορού, για πρώτη φορά διαμορφώνεται η έννοια τού παγκόσμιου λάιφστάιλ κλπ κλπ.
Μπορεί πχ ο Βίκτωρ Ουγκώ να ήταν γνωστός στην εποχή του, κυρίως στους καλλιεργημένους κύκλους, ο πρωταγωνιστής τού σινεμά όμως έγινε “διάσημος”, έμαθαν το όνομα και το πρόσωπό του εκατομμύρια σε όλον τον πλανήτη, οι εφημερίδες τον έδειχναν παντού, οι γυναίκες τον ερωτεύονταν ή και αυτοκτονούσαν, οι άντρες μιμούνταν το ντύσιμο και τούς τρόπους του κ.ο.κ. Ασχέτως αν σήμερα δεν τον θυμάται κανείς ή αν μάς φαίνεται γελοίος, ενώ ο Ουγκώ παραμένει τελικά πολύ πιο γνωστός καθόσον τα έργα του εξακολουθούν να προσφέρουν τον περιζήτητο θαυμασμό.
Βεβαίως ο Κινηματογράφος μάς έχει χαρίσει άφθονα Αριστουργήματα και άφθονους Ουγκώ, κυρίως σκηνοθέτες, όμως οι παράπλευρες απώλειες τής Κοινωνίας από την κινηματογράφηση υπήρξαν δυσθεώρητες, καθώς προοδευτικά φθάσαμε η “φιλμική” εικόνα να είναι απείρως πιο πολύτιμη από την αληθινή, η αποτύπωση να μετράει περισσότερο από το γεγονός, να μήν μάς ενδιαφέρει κάτι αν δεν συνοδεύεται από Εικόνα, ή να βλέπουμε κάτι που δεν ενδιαφέρει κανέναν μόνο και μόνο επειδή υπάρχει Εικόνα! Έβαλε μπροστά δηλαδή την αποδόμηση τών εγκεφάλων και από τότε πατάμε μόνο γκάζι. Η μεγαλύτερη πανδημία Αλτσχάιμερ και Άνοιας “όλων τών εποχών” το επιβεβαιώνει δραματικά!
Συνεχίζεται…