Αλ. Θεμελής
Η μελισσοκομία στην Ήπειρο αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους της τοπικής αγροτικής παραγωγής, συνδυάζοντας την παράδοση με τη σύγχρονη και βιώσιμη ανάπτυξη. Με φόντο τα πλούσια οικοσυστήματα της περιοχής, η μελισσοκομία δεν περιορίζεται μόνο στην παραγωγή μελιού, αλλά περιλαμβάνει επίσης προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας, όπως βασιλικό πολτό, πρόπολη, γύρη και κερί.
Πλούσια βιοποικιλότητα, άριστη ποιότητα
Η Ήπειρος είναι γνωστή για τη μοναδική βιοποικιλότητά της, που συμβάλλει καθοριστικά στην υψηλή ποιότητα του παραγόμενου μελιού. Τα δάση ελάτης, βελανιδιάς και καστανιάς, σε συνδυασμό με τα αρωματικά φυτά όπως το θυμάρι, η ρίγανη και το τσάι του βουνού, προσφέρουν στις μέλισσες εξαιρετική ποικιλία νέκταρ.
Η ποιοτική υπεροχή του ηπειρώτικου μελιού αναγνωρίζεται και από τους καταναλωτές, οι οποίοι συχνά το προτιμούν για την πλούσια γεύση, το άρωμα και τα θρεπτικά του στοιχεία. Παράλληλα, πολλές μικρές οικογενειακές μονάδες επενδύουν στη βιολογική παραγωγή, ανταποκρινόμενες στις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς για ποιοτικά και φυσικά προϊόντα.
Προκλήσεις και προβλήματα
Παρά τα πλεονεκτήματα, οι μελισσοκόμοι της Ηπείρου αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις. Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει αρνητικά την ανθοφορία και τη συλλογή νέκταρ, ενώ το πρόβλημα της ασθένειας των μελισσών και η χρήση φυτοφαρμάκων θέτουν σε κίνδυνο τις αποικίες. Επιπλέον, το υψηλό κόστος παραγωγής, καθώς και η δυσκολία πρόσβασης στις αγορές, αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για την περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου.
Σύμφωνα με εκπροσώπους μελισσοκομικών συνεταιρισμών της περιοχής, η ενίσχυση της εκπαίδευσης των μελισσοκόμων και η βελτίωση της τεχνικής υποστήριξης είναι απαραίτητες. Παράλληλα, απαιτούνται μέτρα από την Πολιτεία για την προστασία των μελισσών και την προώθηση των προϊόντων τους, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Η δυναμική του κλάδου και οι προοπτικές
Ανεξάρτητα από τις δυσκολίες, ο κλάδος της μελισσοκομίας στην Ήπειρο εμφανίζει δυναμική ανάπτυξη. Πολλοί νέοι άνθρωποι στρέφονται προς την παραδοσιακή αυτή δραστηριότητα, συνδυάζοντας την αγάπη για τη φύση με την επιχειρηματικότητα. Επενδύσεις σε σύγχρονο εξοπλισμό, καθώς και πρωτοβουλίες για την πιστοποίηση προϊόντων με γεωγραφική ένδειξη, προσφέρουν αισιοδοξία για το μέλλον.
Μάλιστα, προγράμματα χρηματοδότησης, όπως το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης, δίνουν τη δυνατότητα στους μελισσοκόμους να βελτιώσουν τις υποδομές τους και να ενισχύσουν την παραγωγικότητά τους. Παράλληλα, εκδηλώσεις και εκθέσεις, όπως το Φεστιβάλ Μελιού, συμβάλλουν στην προώθηση των προϊόντων τους, αλλά και στη γνωριμία του κοινού με την αξία της μελισσοκομίας.
Η μελισσοκομία ως πυλώνας αειφορίας
Η μελισσοκομία αποτελεί έναν κλάδο στενά συνδεδεμένο με την προστασία του περιβάλλοντος και την αειφορία. Οι μέλισσες διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην επικονίαση των φυτών, συμβάλλοντας στη διατήρηση της βιοποικιλότητας και στη βιώσιμη γεωργία.
Η Ήπειρος, με τα μοναδικά οικοσυστήματά της, μπορεί να πρωταγωνιστήσει στον τομέα της ποιοτικής μελισσοκομίας, προσφέροντας προϊόντα υψηλής αξίας που τιμούν την τοπική παράδοση, ενώ παράλληλα σέβονται τη φύση και τις αρχές της αειφορίας.
Ερώτηση από ερυωβουλευτές του ΠΑΣΟΚ
Το επείγον ζήτημα της επιβίωσης του μελισσοκομικού κλάδου στην Ελλάδα, ανέδειξαν με ερώτησή τους προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι ευρωβουλευτές του ΠΑΣΟΚ, Γιάννης Μανιάτης, Σάκης Αρναούτογλου και Νίκος Παπανδρέου.
Όπως τονίζουν η μελισσοκομία, θεμελιώδης πυλώνας της ελληνικής γεωργίας και της προστασίας της βιοποικιλότητας, βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρούς κινδύνους λόγω της κλιματικής αλλαγής, των παρατεταμένων ξηρασιών, των πυρκαγιών και της αύξησης των παράνομων εισαγωγών νοθευμένου μελιού! Οι αθέμιτες πρακτικές της αγοράς και το αυξημένο κόστος παραγωγής έχουν οδηγήσει σε μείωση του αριθμού των μελισσοκόμων, θέτοντας σε κίνδυνο έναν από τους σημαντικότερους φυσικούς συμμάχους μας – τις μέλισσες.
Η απάντηση της Κομισιόν
Στην απάντησή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνώρισε τη σημασία της μελισσοκομίας και τόνισε ότι:
– 60 εκατ. ευρώ ετησίως από τον προϋπολογισμό της ΕΕ διατίθενται μέσω της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής για τη στήριξη των μελισσοκόμων, με τουλάχιστον διπλάσια συγχρηματοδότηση από τα κράτη μέλη.
– Πρόσφατα εγκρίθηκαν έκτακτα μέτρα στήριξης των γεωργών (Οκτώβριος 2024), που περιλαμβάνουν δράσεις για την αντιμετώπιση των ακραίων κλιματικών φαινομένων.
– Θεσπίστηκαν αυστηρότεροι έλεγχοι και κανονισμοί για την πρόληψη της νοθείας στο μέλι και την προστασία των τοπικών παραγωγών, με την απαίτηση αυξημένης ιχνηλασιμότητας και αυθεντικότητας στις εισαγωγές.
Ευρωπαϊκή και εθνική δράση
Οι βουλευτές στην ερώτησή τους ζητούσαν ως μέτρο την καθιέρωση ενός ετήσιου επιδόματος επικονίασης ανά κυψέλη, που θα προσέφερε ζωτική ενίσχυση στους μελισσοκόμους. Ωστόσο, από την απάντηση της Ευρωπ. Επιτροπής επί του παρόντος κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται.
Οι τρεις ευρωβουλευτές καλούν την Ελληνική Κυβέρνηση να ασκήσει πίεση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την ενίσχυση των εθνικών προγραμμάτων στήριξης και την προώθηση νέων μέτρων όπως το ετήσιο επίδομα επικονίασης.
«Είναι απαραίτητο επισημαίνουν να διασφαλιστεί ότι ο μελισσοκομικός κλάδος θα παραμείνει βιώσιμος και ανταγωνιστικός, προστατεύοντας τόσο τη γεωργία όσο και τη φυσική κληρονομιά της Ελλάδας. Η μελισσοκομία στην Ελλάδα δεν είναι απλώς ένα επάγγελμα – είναι κομμάτι της εθνικής μας ταυτότητας και απαραίτητος παράγοντας για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και της επισιτιστικής ασφάλειας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκανε ένα πρώτο βήμα, αλλά δεν αρκεί. Είναι απαραίτητο να υπάρξει περαιτέρω ευρωπαϊκή και εθνική δράση πριν να είναι αργά. Χρειάζονται άμεσα πρόσθετα μέτρα, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να βγει μπροστά και να διεκδικήσει τις λύσεις που χρειάζονται οι μελισσοκόμοι μας για να συνεχίσουν να προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στο οικοσύστημα και στην ελληνική οικονομία», τονίζουν μεταξύ άλλων.